ΣΥΚΙΑΣ

Ιστορικά στοιχεία
  Η φυλή Συκιάς είναι η δεύτερη στεππική ελληνική φυλή που θεωρείται απόγονος του ‘Bos taurus primigenius podolicus’. Το όνομά της προέρχεται από το χωριό Συκιά, στη Σιθωνία της Χαλκιδικής όπου θεωρείται η κοιτίδα της φυλής. Η φυλή Συκιάς, σε αντίθεση με τη φυλή Κατερίνης, δεν είναι τυπικός εκπρόσωπος στεππικής φυλής. Πιστεύεται ότι ο αρχικός πληθυσμός προέρχεται από διασταυρώσεις ποδολικών αυτόχθονων ζώων με την Βραχυκερατική φυλή, με αποτέλεσμα την δημιουργία βοοειδών στεππικού τύπου μικρότερων από τις άλλες ‘podolian’ φυλές, αλλά μεγαλύτερων από την Βραχυκερατική. Τα χαρακτηριστικά της φυλής διαμορφώθηκαν λόγω της προσαρμογής της στο περιβάλλον και τις εδαφοκλιματικές συνθήκες της Χαλκιδικής, καθώς και της ικανότητά της να εκμεταλλεύεται τους φυσικούς πόρους της περιοχής.
  Μέχρι το 1923 υπήρχε κέντρο αναπαραγωγής της φυλής, το οποίο παρείχε ζώα εργασίας σε ολόκληρη την Χαλκιδική. Τότε, ο αριθμός των ζώων ήταν περίπου 13.000. Η επέκταση της καλλιεργήσιμης γης και η ανάλογη συρρίκνωση των βοσκοτόπων οδήγησε σε μείωση του πληθυσμού. Το 1936 τα ζώα ήταν μόνο 1.330. Τις επόμενες δεκαετίες η φυλή εγκαταλείφτηκε και από το 1997 θεωρούνταν εξαφανισμένη. Το 2008 μετά από έρευνα της Αμάλθειας εντοπίσθηκε και πιστοποιήθηκε από το ΚΖΓΠ Θεσσαλονίκης ένα αμιγές κοπάδι της φυλής Συκιάς στην Ολυμπιάδα της Χαλκιδικής. Αργότερα εντοπίσθηκαν 2 ακόμα κοπάδια ένα στο Σοχό και ένα στην Ιερισσό. Το 2015 με χορηγία του Ιδρύματος ‘SAVE Foundation’ η Αμάλθεια δημιούργησε ένα νέο αναπαραγωγικό πυρήνα στην Πέρδικα Θεσπρωτίας.

Μορφολογικά χαρακτηριστικά
  Η φυλή Συκιάς είναι μετρίου αναστήματος, με ύψος ακρωμίου στα αρσενικά από 108 έως 120 εκ., και στα θηλυκά από 106 έως 116 εκ. Το μέσο σωματικό βάρος των ταύρων είναι 285 χγρ. και των αγελάδων 250 χγρ.
Flexbox Method


Η σωματική διάπλαση των ζώων έχει πρωτόγονα χαρακτηριστικά με το εμπρός μέρος του σώματος να είναι πιο ανεπτυγμένο από το πίσω. Το κεφάλι είναι αρμονικό με ευρύ μέτωπο και λευκό δακτύλιο γύρω από το ακρορρίνιο. Τα κέρατα έχουν σχήμα λύρας με ανοιχτόχρωμη βάση και σκούρες άκρες, είναι κυλινδρικά, σχετικά λεπτά, μεσαίου μήκους για τους ταύρους και μακρύτερα για τις αγελάδες. Το μήκος της εξωτερικής καμπυλότητας των κέρατων κυμαίνεται από 27-47 εκ. Λαμυρίδα με αρκετές πτυχώσεις παρατηρείται στα ενήλικα αρσενικά.
  Ο χρωματισμός της φυλής είναι συνήθως φαιός, με διάφορα ζώα να έχουν επίσης αποχρώσεις από ανοικτό τεφρόχρουν έως μελανόφαιο. Ο ερυθρόφαιος και ο πυρόχρους χρωματισμός είναι σπανιότερος. Στους ταύρους, ο χρωματισμός είναι κατά κανόνα βαθύτερος. Συνήθως παρατηρείται τρίχωμα ανοιχτότερου χρώματος στην περιοχή της ράχης και της άνω θωρακικής και κοιλιακής χώρας. Πολλά ζώα έχουν μια λεπτή ανοιχτόχρωμη ή σκουρόχρωμη λωρίδα στην περιοχή της σπονδυλικής στήλης. Ανεξάρτητα από το χρώμα του τριχώματος το δέρμα σε όλο το σώμα είναι πάντα σκούρο όπως είναι και οι οπλές.

Πληθυσμός
  Το 2019, σύμφωνα με στοιχεία του ΚΖΓΠ Θεσσαλονίκης έχουν καταγραφεί στο γενεαλογικό βιβλίο της φυλής 583 ζώα. Ωστόσο, η φυλή κατατάσσεται στην κατηγορία ‘Κίνδυνος Εξαφάνισης’ μιας και θεωρείται ότι τα καθαρόαιμα ζώα της φυλής δεν ξεπερνούν τα 200.